με παρακίνησε μια φίλη μου καλή. που τυχαία βρεθήκαμε στο ίδιο λύκειο. τυχαία την είδε ένας κολλητός. γίνανε ζευγάρι. και γίναμε όλοι φίλοι. που αποφάσισε να ασχοληθεί με το μόντελιν. για χαρτζιλίκι. πολύ ωραία κοπέλα. λίγο μετά το λύκειο. το πρακτορείο που τυχαία επέλεξε, είχε προσφορά συνδρομή σε γυμναστήριο. στους αμπελόκηπους. κοντά στους πύργους αθηνών. δεν είχε διάθεση να πήγαινε μόνη της. μου μίλησε να αρχίσουμε μαζί. για παρέα. άλλο που δεν ήθελα. είχα μαζέψει επιτέλους λεφτά. από δώρα εορτών, γενεθλίων. θα έκανα ένα όνειρο πραγματικότητα. όσο θυμάμαι, μικρό παιδί, να έλεγα στους γονείς, ότι θέλω να αρχίσω γυμναστική, φωνάζανε.
γυμναστική κάνουν μόνο αυτοί που θέλουν να χάσουν κιλά και οι πρωταθλητές. ούτε το ένα είσαι εσύ, ούτε το άλλο. για να χάνεις χρόνο από το διάβασμα;
και όποτε θυμάμαι, μικρό παιδί, να γυρνώ σπίτι ιδρωμένος από το κυνηγητό, το κρυφτό, τα μήλα που παίζαμε με τα άλλα μικρά παιδιά στην γειτονιά, μουρμούρα η μαμά. μουρμούρα ο μπαμπάς.
σκούπισες τα πόδια σου; μην ανεβαίνεις με τα αθλητικά στις σκάλες. πάλι λερώθηκες; πάλι θα πλύνω; διάβασες; διάβασες τα επόμενα κεφάλαια; έλυσες όλες τις ασκήσεις; δεν βλέπεις τον αδελφό σου που δεν σπαταλά τον χρόνο του; άμα σε εξετάσω τώρα, θα τα ξέρεις όλα; θα σε σηκώσω αύριο πάλι για μάθημα. μαθητής του δέκα με τόνο στο δημοτικό, του δεκαεννιά στο γυμνάσιο, λύκειο. μα πάντα μουρμουρίζαν κάτι
στο γυμναστήριο ξεχνιόμουν ώρες ολόκληρες. μεσημέρι πήγαινα. μετά το πανεπιστήμιο. μετά τη σχολή και το πανεπιστήμιο αργότερα. βράδυ έφευγα. ίδρωνα δύο και τρεις μπλούζες κάθε μέρα. δύο και τρία προγράμματα. αεροβική, στεπ, σουηδική. και βάρη. στους γονείς το φανέρωσα κάνα χρόνο αργότερα. όταν κουράστηκα να άφηνα τα μπλουζάκια στην κολλητή για στέγνωμα. και στα αποδυτήρια, στο ντουλαπάκι. όταν ένοιωσα πιο δυνατός στην αντοχή. στο σώμα. όταν τυχαία μετακόμισε το παιδί που δούλευε στο μπαρ, με τα φρούτα και τους χυμούς, σε άλλη πόλη, και μου πρότειναν τα παιδιά που είχαν το γυμναστήριο, να τους βοηθώ στο μπαρ. τόσες ώρες που έμενα εκεί με είχαν γνωρίσει καλά. και συμπαθήσει. για αμοιβή μου δίνανε ένα συμβολικό ποσό. μου αφαιρούσαν και μήνες πληρωμής από την συνδρομή. οι γονείς μουρμούρα συνέχεια. γιατί ήμουνα αδύνατος και όχι πρωταθλητής. γιατί τα λίγα λεφτά τα αγόραζα μουσική. δίσκους. γιατί γυρνούσα αργά και νόμιζαν ότι δεν έμενε χρόνος για διάβασμα.
διάβασες; διάβασες τα επόμενα κεφάλαια; έλυσες όλες τις ασκήσεις; δεν βλέπεις τον αδελφό σου που δεν σπαταλά τον χρόνο του; τουλάχιστον είχα γλυτώσει την εξέταση. δάσκαλος του δημοτικού ο μπαμπάς. όχι του πανεπιστημίου. το πανεπιστήμιο το άφησα κάπου στο τέλος. την σχολή την τέλειωσα με υποτροφία. ίσως άλλη φορά αυτές οι λέξεις
μια μέρα δεν είχα διάθεση για βάρη. να γυρίσω σπίτι σκέφτηκα. τελευταία στιγμή αποφάσισα να κάνω πάλι πρόγραμμα στεπ. το τρίτο της ημέρας. στην διάρκεια του προγράμματος παραπάτησε ένα παιδί. έπεσε πάνω μου. τίποτα το σοβαρό, ένα μικρό στραμπούληγμα, όλα οκ. συμπαθητικό παιδί. πρώτη φορά τον έβλεπα. κατεβήκαμε να του φτιάξω έναν χυμό. αρχίσαμε να μιλάμε. σπουδές. μουσικές. δουλειές. μόλις είχε κλείσει δουλειά στο αεροδρόμιο. το κλαμπ. στο μπαρ. την επόμενη βδομάδα είχαν εγκαίνια. με κάλεσε να πάω. να ανταποδώσει τον χυμό. δεν ακολούθησε κανείς από την παρέα. αποφάσισα να πάω. μόνος. με ταξί. ωραιότατο κλαμπ. με τρομερή θέα. με αεροπορικά καθίσματα. μουσική την αρχή της ηλεκτρονικής. μέσα προς τέλη '80. προχωρημένη για την εποχή. αυτό που ένοιωθα ηλεκτρονική συνέχεια των ακουσμάτων μου. θέα τους διαδρόμους του αεροδρομίου. αεροπλάνα ακίνητα. επιβλητικά. φωτισμένα. εκατοντάδες φωτάκια. στους διαδρόμους σε σειρά. τυχαία στον αέρα. κάθισα στην άκρη του μπαρ. πήρα ποτό. με κέρασε το επόμενο. πήρα και άλλο. με κέρασε σφηνάκια. κουνιόμουν διακριτικά στους ρυθμούς της μουσικής, στην καρέκλα. ακουμπούσα το βλέμμα, τις σκέψεις στα φωτάκια των διαδρόμων. απέναντι. όταν με κούραζε η καρέκλα σηκωνόμουν. μάζευα τα ποτήρια από το μπαρ. τα έβαζα στην άκρη. να ανταποδώσω τα κεράσματα. να τα μαζεύει πιο γρήγορα. είχε πάρα πολύ κόσμο. κανονίσαμε να φύγουμε μαζί. βαριόμουν να ψάχνω ταξί. μου άρεσε πολύ η μουσική. ένοιωθα και συναίσθημα την νύχτα εκείνη. να ακουμπούσα στα φωτάκια του αεροδρομίου. οπότε εντάξει. μίλησα να περιμένω
στο κλείσιμο της μουσικής, στο άναμμα των φώτων στεκόμουν στην ίδια γωνιά του μπαρ. να μαζεύω διακριτικά τα τασάκια. να φύγουμε πιο νωρίς. είχα νυστάξει κιόλας. να μην μουρμουρίζουν πάλι οι γονείς, άμα με καταλάβουν. με πλησίασε ο ιδιοκτήτης του κλαμπ. είχε ρωτήσει τον φίλο, ποιος είναι αυτός. με ρώτησε τι κάνω παρασκευές, σάββατα. αν ήθελα να μαζεύω τα ποτήρια και από το υπόλοιπο το κλαμπ. δεν είχαν προλάβει να βρουν άλλο παιδί. μόνο έναν βρήκαν για τα ποτήρια. τα τασάκια. την τροφοδοσία του μπαρ. ηχούσε στα αυτιά μου ακόμα η μουσική. μου είχε αρέσει πολύ. και έβλεπα απέναντι τα φωτάκια. ένοιωθα συναίσθημα εκείνη την εποχή να αφήνομαι στα φωτάκια. δεν το πολυσκέφτηκα. ούτε καν πώς θα το πω στους γονείς. ε θα τους πείσω να βγαίνω δύο φορές την βδομάδα. χαμογέλασα. έγνεψα καταφατικά. ούτε καν ρώτησα για λεφτά. σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να αγόραζα δίσκους περισσότερους. ήδη είχα ρωτήσει για μερικούς τον τύπο που έβαζε μουσική. κι ας μουρμούριζε ο μπαμπάς.
σταμάτα να αγοράζεις άλλους πια, πού θα τους βάλεις όλους αυτούς. τι τα πετάς τα λεφτά; τουλάχιστον θα 'χω να του πω ότι πετώ δικά μου
τυχαία βρέθηκα και στο φαζ. πλατεία μαβίλη. ένας γνωστός από το γυμναστήριο να δουλεύει στο μπαρ. που του 'φτιαχνα φρουτοχυμούς εγώ, στου γυμναστήριου το μπαρ. μόλις είχε φύγει την προηγούμενη, ένα παιδί που μάζευε ποτήρια. δεν με άφησε να πληρώσω κανένα ποτό. μάζευα τα ποτήρια από το μπαρ. τα έβαζα στην άκρη. τα πήγαινα στην κουζίνα. τα έβαζε στο πλυντήριο ένα άλλο παιδί. τα κατέβαζα πάλι στο μπαρ. έμεινα και τα τρία χρόνια εκεί. '89 με '92. σε διάφορες θέσεις. τουαλέτες. ποτήρια. τασάκια. πόρτα. μπαρ. παρασκευές, σάββατα. κυριακές πολλές φορές. και μερικές καθημερινές. γυρνούσα πέντε, έξι, εφτά. ξημερώματα. έβγαζα τα παπούτσια στην σκάλα. εκεί που έτριζαν τα σκαλιά, μετά από δευτερόλεπτα ερχόταν η μουρμούρα. να κοιμηθώ δύο τρείς ώρες. να πάω σχολή. πανεπιστήμιο. γυμναστήριο. δουλειά. και τα καλοκαίρια στον τόπο καταγωγής των γονιών. ταυτόχρονα υπεύθυνος, τις τελευταίες χρονιές. σε μπαρ καλοκαιρινό. σεζόν καλοκαιρινές. μάιο μέχρι σεπτέμβρη. έτσι τυχαία πέρασε στιγμή, σχεδόν εννέα χρόνια. σχολή. πανεπιστήμιο. γυμναστήριο. βραδινή δουλειά. εμπειρία! ανεπανάληπτη. ίσως άλλη φορά αυτές οι λέξεις
μέχρι που ήρθε η στιγμή της μαμάς πατρίς. που τυχαία το χαρτί κατάταξης έγραφε την ίδια μέρα, την ίδια χρονιά, το ίδιο στρατόπεδο. με τον φίλο και καλοκαιρινό βραδινό συνάδελφο και αδελφό της
Σ. αυλώνα. μετά δύο αναβολές δικές μου στην αεροπορία, λόγω σπουδών. που τυχαία έφυγε ο
τάκης. που τυχαία γείτονας ήταν αξιωματικός στρατολογίας. διέγραψε πολύκαστρο. λήμνο έγραψε. που είχε πάει μετάθεση ο φίλος και καλοκαιρινός πρώην βραδινός συνάδελφος και αδελφός της
Σ. να υπάρχει κάποιος φίλος παρέα. που τυχαία με έπιασε ο δόκιμος με το τσιγάρο στο χέρι. πίσω από το άρμα. γελάσαμε. γιατί νοιώθαμε κάποιους κώδικες κοινούς. είχε ακούσει τυχαία ήχους της κασέτας που άκουγα στο επιλοχάδικο. η μία πλευρά ήχος φαζ. η άλλη
dead can dance. ένας από τους κώδικες αυτός. που τυχαία σε μία άδεια, στο κολλητό φιλικό περιβάλλον του φίλου πλέον δόκιμου,
κεραυνοβοληθήκαμε
που τυχαία ενεργοποιήθηκε η πρώτη μου σύνδεση στο διαδίκτυο, παρασκευή. είχα εργαστήριο αλλά δεν πήγα. να κάνω την εγκατάσταση. που τυχαία σε μια επανεκκίνηση του υπολογιστή, ελεύθερη βρήκε την τηλεφωνική γραμμή ένας φίλος. μου 'πε να περάσω από το γραφείο του, τώρα αμέσως. ζητούσαν επειγόντως μπέτα τέστερ. μηχανικό ελέγχου λογισμικού. μου 'χε δώσει πριν καιρό το office 97 και τον είχα ζαλίσει με τα λάθη που έβρισκα χρησιμοποιώντας το στο σπίτι. από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρίες στον κλάδο της. έγνεψα καταφατικά. αν και ήθελα, εκείνο το πρωινό, να ολοκληρώσω την εγκατάσταση στον υπολογιστή. να ανακαλύψω το διαδίκτυο. αντί να τρέχω στα λεωφορεία. δεν είχα κάτι καλύτερο να κάνω την εποχή εκείνη. είχα χάσει και αρκετές επαφές βραδινές, μετά τον στρατό. είπα να σηκώνομαι πρωί. όχι για να σταματήσει η μουρμούρα. αυτή σταμάτησε ξαφνικά. ώρες ώρες και τι δεν θα 'δινα να άρχιζε πάλι. πήγα σαν εξωτερικός συνεργάτης, αρχικά. με πολύ λίγα λεφτά. και όσες ώρες επιθυμούσα. δύο, τρεις, τέσσερις. μα μου άρεσε απίστευτα το αντικείμενο δουλειάς. και έμενα οχτάωρα. και βάλε. έλειπε και ο έρωτας για σπουδές. μέχρι να ολοκληρωθούν τα windows 98. ανανεώθηκε η σύμβαση και για windows 2000, office 2000. και μετά αορίστου. που τυχαία ξύπνησε ένας μεγαλομάνατζερ και αποφάσισε να κλείσει τα τοπικά τμήματα. να τα μεταφέρει στα κεντρικά. που τυχαία ζητούσαν εκείνη την στιγμή άτομα στο τοπικό τεχνικό τμήμα. μηχανικούς υποστήριξης λογισμικού. που τυχαία άλλος μεγαλομάνατζερ αποφάσισε, χρόνια μετά, να παίξει και αυτός με τις ζωές άγνωστων ανθρώπων, μια μέρα. να μεταφερθούν όλα τα τοπικά τεχνικά τμήματα σε φθηνότερα βαλκάνια. βουλγαρία. ρουμανία. έτσι τυχαία πέρασε στιγμή, σχεδόν δέκα χρόνια. εμπειρία! ανεπανάληπτη. ίσως άλλη φορά αυτές οι λέξεις
που τυχαία απάντησα στο κινητό τον περασμένο αύγουστο, στ' αμάξι οδηγώντας. χωρίς χαντς φρι. αττική οδό. δεν αλλάζεις ταχύτητες. ας απαντήσω σκέφτηκα. αν και δεν είχα διάθεση. πήγαινα στην δουλειά να μαζέψω μία κούτα. πρώην συνάδελφος. που τυχαία πήρε μια άλλη συνάδελφο τηλέφωνο. κουβέντα στην κουβέντα του είπε για το κλείσιμο του τοπικού τμήματος. που τυχαία είχαν εγκριθεί τα λεφτά που περίμενε, εκείνη την περίοδο. οργάνωνε το τεχνικό του τμήμα. σε εταιρία πληροφορικής, ελληνική. έγνεψα καταφατικά. για μια κουβέντα. χωρίς να το πολυσκεφτώ. δεν είχα διάθεση εκείνο τον καιρό για τρέξιμο και ψάξιμο πολύ. ήταν καλοκαίρι, λείπανε όλοι, έκανε πολύ ζέστη
τον αύγουστο που πήγα στην πρώτη κουβέντα ένοιωσα παράξενα πολύ. το κτίριο ακουμπά στο κτίριο του γυμναστηρίου. του γνωστού. στους αμπελόκηπους. κοντά στους πύργους αθηνών. δεν πήγα διακοπές. ήθελα να σκεφτώ. να ασχοληθώ με την αυλή. και με τον
με δύο μπι. που τυχαία εμφανίστηκε μπροστά μας. δεν πολυσκέφτηκα. ασχολήθηκα πολύ με την αυλή. κοιτούσε προσεχτικά ο
με δύο μπι. αν κάνω πράγματα σωστά. δεν πολυσκέφτηκα. ασχολήθηκα πολύ με την αυλή. έγνεψα καταφατικά, τελικά. τα διαλείμματα του τσιγάρου τα κάνω στην αυλή του γραφείου. που τυχαία είναι στο ισόγειο. τις προάλλες έβαλα δύο τρία μπούζι σε μια λωρίδα χώμα εκεί. μην δω λωρίδα χώμα άχρωμη. δεξιά είναι ο πίσω τοίχος του γυμναστηρίου. οι αίθουσες των προγραμμάτων. αεροβικής, στεπ, σουηδικής. ακούω τα απογεύματα την μουσική. όλο λέω να αρχίσω να ιδρώνω πάλι μπλουζάκια. μα νοιώθω να με έχει κουράσει η ιδέα του γυμναστηρίου. νοιώθω να με έχει κουράσει και το αντικείμενο δουλειάς αυτό. πολύ πιο χαλαρά είναι τώρα μεν. το ίδιο σχεδόν αντικείμενο δε. στιγμής σχεδόν έντεκα χρόνων
νοιώθω να νοιώσω την στιγμή. του θάρρους. του θράσους. της ώθησης. να δημιουργήσω κάτι δικό μου. μην με ρωτήσεις τι. ιδέα δεν έχω. απλά νοιώθω ότι πλησιάζει η στιγμή. που τυχαία ήρθε και
η στιγμή εδώ. που τυχαία ανακάλυψα εσάς. που με κάνετε να γελώ. να δακρύζω. να σκέφτομαι. να χαμογελώ. να μελαγχολώ. να προβληματίζομαι. να αναρωτιέμαι. να διαφωνώ. να συμφωνώ. να μοιράζομαι. να ζω μια στιγμή που διανύεται, την στιγμή που διανύθηκε, την στιγμή που θα διανυθεί