2009/01/29

Λέξη

φώτα κλείνω. φωτάκια ανάβω. μόμπυ τριγυρνά. τινάζεται. κοιτά. κοιτώ. κρεβάτι πηγαίνει. φωνές ψιθυρίζουν. πλήκτρα πατώ. πλήκτρα μπερδεύω. τσιγάρο ανάβω. καπνό φυσώ. ήχο ακούω. μόμπυ σηκώνεται. τεντώνεται. τινάζεται. αμάν βρε μόμπυ. φωτάκια κοιτώ. καπνό φυσώ. κόκα κόλα ανοίγω. εικόνες προσπερνώ. σκέφτομαι αν είναι άω ή ώ. φυσάω; φυσώ; κοιτάω; κοιτώ; σκέψεις αποτυπώνονται. όχι; ναι; εικόνες; χρώματα; αισθήματα; συναισθήματα; απομένει κάτι; τα πράγματα είναι απλά τελικά. ένα χαμόγελο. μία αίσθηση. ένα κλικ τέλος πάντων. ναι; όχι; σταματατ(ά)ώ. σελίδες ανοίγω. κοιτώ. επιστρέφω. χαμογελώ. πλήκτρα πατώ. σιγοτραγουδώ. αν. μου απομένει η λέξη. να. χαμόγελο.

2009/01/18

Κάτι Έτυχε

δεν είχα καταφέρει να μάθω να δένω. και με έσφιγγε. η γραβάτα. κόμπος έμοιαζε. να την ξεσφίξω προσπαθούσα. περπατούσα. ώρα. τσιγάρο στο χέρι κρυμμένο. κάποιος να περνούσε να σταματήσω έπρεπε. δεξί πόδι πάνω κάτω. με δύναμη. δεξί χέρι πάνω. στο σηματάκι. στον σκούφο. τον μαύρο. περπατούσα. ώρα. και είχα αρχίσει να ιδρώνω. με στένευαν και τα παπούτσια. κοιτούσα την άσφαλτο. τα παπούτσια. το παντελόνι. πώς είναι έτσι; κοντό. και το ύφασμα σαν σακί. από αυτά που σε τσιμπάνε. ειδικά όταν ιδρώνεις. και είχα αρχίσει να ιδρώνω. αυτό το αίσθημα που ιδρώνεις. μα κρυώνεις. σαν στεγνώνεις. το χέρι παγωμένο. στην τσέπη μέσα. πότε ξυρίστηκα; το σαγόνι ακούμπησα. σαν να είχαν βγει. όλη την ώρα αισθανόμουνα να με τσιμπάνε. όλη την ώρα. από το τηλεφώνημα και μετά.

πάρε άδεια.
γιατί; πάρε. κάτι έτυχε. ε τι; πάρε. είναι στο νοσοκομείο. ποιος; ο τάκης. και τι πήγε να κάνει; είναι καλά; πώς να πάρω άδεια; από πού; είναι καλά; πες. μην ανησυχείς. αλλάζουμε επιλαρχία. δεν είμαστε γραμμένοι σε κανένα γραφείο τώρα. πάρε. επέστρεψα. στην σειρά. τι έγινε; πού να ξέρω; κάτι έτυχε. όταν μας πάνε στους θαλάμους τους νέους, θα ζητήσω. κάτι έτυχε. δεν ξέρω. τι να έτυχε; θα μου δώσουν; δεν θα είναι τίποτα σοβαρό. δεν ήξερε λεπτομέρειες. αν ήξερε θα το έλεγε. σωστά; ώρα μετά. στην σειρά ακόμα. τηλεφώνημα δεύτερο. τον γιώργο τώρα. μα τι γίνεται; με κάλεσαν λεπτά αργότερα. βλέμματα πιο σκεπτικά. πάρε. μου είπαν εντάξει. τι έχει γίνει βρε; μην ανησυχείς. όλα καλά θα πάνε. κάτι έτυχε. έμοιαζαν όλα τόσο προφανή. μα δεν μιλούσε το μυαλό. την ώρα εκείνη.

πόσο ασήκωτος μπορεί να είναι ένας σάκος; πόση ώρα περπατώ; εδώ είναι; κρεβάτια έξω. μυρωδιά πετρέλαιο. εσύ είσαι; άλλαξε. έλα στο γραφείο απέναντι. να πάρεις το χαρτί. πού να αλλάξω; εδώ; στολή εξόδου; πού να ακουμπήσω τα ρούχα; στο χώμα; στον μεγάλο σάκο. κάτω κάτω. όλα τα ρούχα έξω. στενό το πουκάμισο. στενό το παντελόνι. και κοντό. γραβάτα. σφιχτή. ίσα που πέρασε το κεφάλι. να θυμηθώ να μάθω να την δένω. ήρθες να μαζέψουμε τα ρούχα. από το χώμα. τι έγινε; κάτι έτυχε. μην ανησυχείς. δεν θα είναι κάτι σοβαρό. είσαι καλά; ναι, εσύ; θάλαμος κενός. άστον εδώ τον σάκο. στην γωνία. με το όνομά σου. χάρηκα. θα στον προσέχω εγώ. το γραφείο είναι εκεί. πήγαινε.
λουκέτο έβαλα; να σηκώσω πόδι. χέρι. δεξί. να φωνάξω. σου του ρου του θου. στο γραφείο. νεύμα με κοιτάξατε εντάξει. το χαρτί μου κρύψατε στην τσέπη. ακουμπήσατε τον ώμο. πήγαινε. αν χρειαστείς κάτι στην πύλη, να με πάρουν τηλέφωνο. αν χρειαστείς περισσότερες μέρες, να με πάρεις τηλέφωνο. πρόσεχε, και να προσέχεις τους γονείς σου, σε έχουν ανάγκη. εμένα; ήταν όλα τόσο προφανή.

περπατούσα. με έσφιγγε η γραβάτα. δεν είχα καταφέρει να μάθω να δένω. κόμπος έμοιαζε. να την ξεσφίξω προσπαθούσα. περπατούσα. ώρα. περπατούσα. τσιγάρο στο χέρι κρυμμένο. καπνός στην πνοή του κρύου πρωινού. κάποιος να περνούσε να σταματήσω έπρεπε. να χαιρετήσω. ένα καλημέρα δεν είναι αρκετό; ένα γεια σας; τι κάνετε; μια χειραψία; ένα χαμόγελο; πρέπει αυτό με το πόδι και το χέρι; περπατούσα. μέρες θέλεις να το περπατήσεις όλο αυτό. και αυτή η πύλη δεν φαίνεται πουθενά. περπατώ σωστά; ή θα βρεθώ αλλού για αλλού; πού το έβαλα το χαρτί; σακάκι; παλτό; μικρό σάκο; το πήρα μαζί μου; τι ώρα είναι; τι ώρα έχει τραίνο; γιατί δεν πήρε τηλέφωνο η μαμά, ο μπαμπάς; η ελένη πώς; και όχι η σοφία; γιατί πήρε άδεια και ο γιώργος; θα περιμένει στον σταθμό. θα έχει φτάσει ήδη. και πέντε δεν περνάει; την τρέλα μου μέσα με την γραβάτα. να την βγάλω; και αν περάσει κανείς; τι ώρα είναι; πού είναι αυτή η πύλη; να μάθω να δένω γραβάτα. να χαλαρώνει εύκολα. να πάρω την άλλη με το λάστιχο. περπατούσα. ώρα. πόση ώρα; τα πόδια φούσκωναν. η γραβάτα έσφιγγε. το σώμα ίδρωνε. και έκανε κρύο.
να δεις που θα έχει χτυπήσει κανένα χέρι. κανένα πόδι. μόνο. λες να ήταν με το αμάξι; και έχει πει θα μου το αφήσει. μα έχω το μηχανάκι. επίτηδες το έκανε. να πάρει καινούργιο. αν ήταν κάτι σοβαρό θα τηλεφωνούσε ο μπαμπάς, η μαμά. σωστά; η ελένη πώς; δεν βρήκαν την σοφία; ποιος την πήρε τηλέφωνο; αφού δεν έχουν το τηλέφωνο. πώς βρήκαν το τηλέφωνο; τι να έτυχε; να δεις που θα έχει στραμπουλίξει κανένα δάχτυλο. λες να έχει μόνο πυρετό; αλλά έτσι είναι πάντα. το τόσο το κάνουν τόσο και τόσο και άλλο τόσο. τριάντα οχτώ βαθμούς νοιώθεις, γιατί αρρώστησες; δεν στα έλεγα; γιατί έβγαλες το πουλόβερ; γιατί δεν φοράς την φανέλα. βήχεις; είδες; στα έλεγα. στα έλεγα. άλλη φορά να με ακούς. στα έλεγα.
περπατούσα. ώρα. και ήταν όλα τόσο προφανή.

καλημέρα. εννοώ σου του ρου του θου. γαλόνι ένα. κοίταξες από πάνω μέχρι κάτω. και καλά. αν πεις τίποτα για το παντελόνι αποκτάς σακίδιο κολάρο. λέμε τώρα. κολάρο. αναθεματισμένη γραβάτα. τον σκούφο ένοιωθα. τον μαύρο. σημάδι στο κεφάλι. δεν άκουσα. παρουσιάστηκες; έχεις χαρτί; άνοιξε το σακίδιο. τι έχεις μέσα; άδειασέ το. είναι τακτοποιημένα; προβλεπόμενα; αδειούλα; κιόλας; γιατί; πόσες μέρες; προβλέπεται; να δω. τι πάει να πει οικογενειακοί λόγοι; γιατί είσαι αξύριστος; γύρνα πίσω. να ξυριστείς. τηλεφώνημα. κάτι έτυχε. ο τάκης. δεν άκουσα. παρουσιάστηκες; ποιος είναι ο τάκης; τι τον έχεις τον τάκη; από πού βγαίνει το τάκης; ο αδελφός μου. δεν άκουσα. παρουσιάστηκες; δεν βγαίνεις έτσι έξω. να πας να ξυριστείς. το πρωί ξυρίστηκα. δεν άκουσα. παρουσιάστηκες; γιατί είναι τα παπούτσια σου σκονισμένα; γιατί είναι ο μπερές σου στραβός; γαλόνια δύο. κοίταξες γαλόνι ένα. με κοίταξες. στα μάτια. κρατούσες καφέ. πόση ώρα κάνει να φτιαχτεί ένας καφές; μπορείτε να πάρετε τον ίλαρχο τηλέφωνο; πήρες το χαρτί. και τηλέφωνο. με κοίταξες. συμπλήρωσες μία λέξη. στο χαρτί. κοιτώντας με. στα μάτια. μου το έκρυψες στην τσέπη.
πας καλά; άσε ρε το παιδί να φύγει.
όλα τόσο προφανή.

έτρεχα. το τραίνο να προλάβω. και πέντε. κρατούσα τις τσέπες. μην σκορπίσουν. το πακέτο. ο αναπτήρας. το χαρτί. πού το έβαλα το χαρτί; το έκλεισα το σακίδιο; θα έχουν τακτοποιηθεί απρόβλεπτα τώρα. κολλούσε η τσάκιση στα γόνατα. και είχα ιδρώσει. και έκανε κρύο. είχες βγάλει εισιτήριο. να βγάλω παλτό. σακάκι. πουλόβερ. γραβάτα. σιχτίρι αυτή η γραβάτα. στο σαγόνι σκάλωσε. στα χείλη. στην μύτη. στα μάτια. τα φρύδια ανακάτεψε. το μέτωπο σκούπισε. τα μαλλιά. τον σκούφο έριξε. έλα να δεις πόσο στράβωσε ο σκούφος. δεν άκουσα, παρουσιάστηκες; παπάρα.
σε ρωτούσα. αυτά που περπατούσα πριν. και χαμογελούσες. δεν ξέρω τι ακριβώς. αυτά που σου είπε. μα δεν μου είπε τίποτα. απλά κάτι έτυχε. μην ανησυχείς. και σου γελούσα τα να δεις. που μιλούσα πριν. είχε κολλήσει το παντελόνι στα πόδια. οι κάλτσες στα δάχτυλα. ματωμένες τις ένοιωθα. ήταν τόσο προφανές. το χαμόγελό σου. το βλέμμα σου. σφιχτό. το πώς κοιτούσες τις εικόνες. που έτρεχαν. έξω από το παράθυρο. μα δεν μιλούσε το μυαλό. ίσως να μην ακούσω ήθελα. το πρωινό εκείνο. να προσπεράσω. το μυαλό που μιλούσε. τις εικόνες που έτρεχαν.

στο δευτερόλεπτο. που άνοιξες την πόρτα. στο δευτερόλεπτο. μίλησε πιο δυνατά το μυαλό. στο δευτερόλεπτο που ρώτησες είσαι καλά; στο δευτερόλεπτο που με κοίταξες. στο δευτερόλεπτο που προσπέρασες το βλέμμα μου και κοίταξες τον γιώργο. ναι βρε ελένη. γιατί; εσύ; και χαμογέλασα. σαν να τον ρώτησες στα μάτια. το είπες; στο δευτερόλεπτο που επέστρεψες το βλέμμα σου σε μένα. ναι, εσύ;
με έσφιγγε η γραβάτα. στην τσέπη μέσα. με το χαρτί. με είχαν ματώσει τα παπούτσια. έκανε κρύο. ένοιωθα ζεστός. ιδρωμένα στεγνός. έλα κάτσε. πες. όλα καλά; τι έτυχε; πώς είναι; κάτσε. να έρθει η σοφία να φύγουμε. θες νερό; καφέ; πες. κάτσε. μου τράβηξε σχεδόν το χέρι. ο χρήστος. να κάτσω. τι κάνει τέτοια ώρα εδώ ο χρήστος; δεν δουλεύει; ο γιώργος πώς πήρε άδεια; η σοφία δεν είναι στην σχολή; εσύ πώς και δεν πήγες δουλειά; όλοι μαζί θα πάμε; γιατί; ποιος σε πήρε τηλέφωνο; σκάσε μυαλό. έκατσα. πες. γέλασα. όλα καλά; τι έγινε; πώς είναι; τι έτυχε; άναψα τσιγάρο. σου χαμογέλασα. με κοίταξες στα μάτια. έφυγε


_______________________________________
δεκαπέντε ιανουάριους πριν. το πρωινό εκείνο

2009/01/13

Κονσέρβα

να θυμηθώ το όνομά σου προσπαθώ. μα δεν τα καταφέρνω. και στεναχωριέμαι. μα θυμάμαι το πρόσωπό σου. ακόμα. κοντά είκοσι χρόνια πριν. μαλλιά μαύρα. κοντά. καρέ. καθαρό δέρμα. απίστευτα γλυκό βλέμμα. μπλε σκούρα μάτια. τόσο μελαγχολικά. τόσο γλυκά. σε είδα και στάθηκα. ένα δευτερόλεπτο. να σε παρατηρήσω. περισσότερο. χαμήλωσα τα μάτια. όταν κατάλαβες ότι σε κοίταξα. τα μπουκάλια τακτοποιούσες. σου χαμογέλασα. σου συστήθηκα. το παιδί που θα προμηθεύει το μπαρ σου. ποτήρια. πάγο. ποτά. το χέρι μου άπλωσες. στα μάτια με κοίταξες. μου χαμογέλασες. τόσο γλυκά. τόσο μελαγχολικά. σου χαμογέλασα. σου έσφιξα το χέρι.
οι περισσότεροι σε λέγανε απόμακρη. λίγες οι κουβέντες σου. με όλους. μα ήξερα. το ένιωσα. από το πρώτο δευτερόλεπτο. ερχόσουν κάθε παρασκευή. σάββατο. μετά από συνεντεύξεις. φωτογραφίσεις. πριν έρθει ο κόσμος ο πολύς ανταλλάσαμε κουβέντες. για λίγο. για στιγμές. της ζωής. της δικής σου. της δικής μου. όταν έβρισκα περισσότερο χρόνο ερχόμουνα πάνω. να σιγουρευτώ ότι είναι όλα εντάξει. τα ποτήρια. ο πάγος. τα ποτά. εσύ. μου χαμογελούσες. πάντα. όσο κουρασμένη και αν ήσουν. και μας έβαζες σφηνάκια. με αυτό το απίστευτα γλυκά μελαγχολικό μπλε βλέμμα.
άσπρα όλα. προς ξημέρωμα. συναντηθήκαμε έξω. δεν κυκλοφορούσε το παραμικρό. ήταν όλα τόσο μοναδικά όμορφα. χιόνιζε πολύ. σκέφτηκα πως σκεφτόσουνα πώς θα πήγαινες στο ξενοδοχείο. δεν σκέφτηκα ότι είχες σχολάσει ώρα πριν. και καθόσουν στο παγκάκι. ακόμα. σου είπα να σε πάω εγώ. με το μηχανάκι. δεν ήταν και πολύ μακριά. στο παναθηναϊκό στάδιο δίπλα. σχεδόν περπατώντας τσουλήσαμε. νέα λωρίδα. σε άσφαλτο άσπρη. με φίλησες σταυρωτά στο μάγουλο. φτάνοντας. τα μάτια σου θολά. νόμιζα από το κρύο. μου χαμογέλασες. χρόνια πολλά μου είπες να σου πω. και χαμογέλασες. δακρύζοντας. με πήραν τα δάκρυα. χρόνια καλά σου ψιθύρισα. ανησύχησες. πώς θα γυρίσω πίσω. χιόνιζε περισσότερο. ανεβήκαμε πάνω. γέλασες. σχεδόν κλαίγοντας. με την κονσέρβα που άνοιξα. και το σπίρτο που στερέωσα. που είχα βρει στον πάγκο πάνω. της κουζίνας. στο άναψα. τραγουδήσαμε. το φύσηξες. σαν αναστεναγμό. ξέραμε και οι δυο. από το πρώτο δευτερόλεπτο. αυτό. μία ζεστή παρουσία. στο κρεβάτι ακούμπησες. κάθισα πιο δίπλα. άνοιξες κουρτίνα. να φαίνεται το χιόνι. και άρχισες να μιλάς. για την ζωή σου. την χώρα σου. την οικογένειά σου. τα όνειρά σου. την αγάπη σου. πώς ήρθες εδώ. πόσο θα μείνεις. σε άκουγα. χαμογελούσα. κάπνιζα. κοιτούσα το χιόνι. χαμογελούσες. μία ζεστή παρουσία. ένα ίδιο βλέμμα. ξημέρωσε περισσότερο. σε πήρε ο ύπνος. ψιθυρίζοντας. τα παπούτσια σου έβγαλα. σε σκέπασα. πήγα στην κουζίνα. να πιω νερό. και να γυρίσω. δεκάδες κονσέρβες. στο μικρό ψυγείο δίπλα. κιλά κρέας. στο ψυγείο μέσα. από αυτά που έστελνες στην πατρίδα πίσω. στους δικούς σου. δάκρυσα. χαμογέλασα. σκέφτηκα την κονσέρβα που σου άνοιξα. και αυτές που στέλνεις. μου χαμογελούσες. πιο φωτεινά. σαν να ήμουν ο μικρός σου αδελφός. ανέβαινα πιο συχνά πάνω. να σιγουρευτώ ότι είναι όλα εντάξει. τα ποτήρια. ο πάγος. τα ποτά. εσύ. όταν δεν με έβλεπες άφηνα ένα κατοστάρικο. παραπάνω. στο ποτηράκι. για μία κονσέρβα. περισσότερη. ίσως για αυτήν που άνοιξα εγώ. και ας γέλασες σχεδόν. κάθε κυριακή ξημέρωμα πληρωνόμασταν. έβγαινα στο περίπτερο να πάρω τσιγάρα. χιλιάρικο έδινα. και ζητούσα τα ρέστα κατοστάρικα. τα έβαζα. στο ποτηράκι. τα κατοστάρικα. ένα ένα. χωρίς να με βλέπεις. όταν γέμιζα τις άδειες θέσεις ποτήρια. τα άδεια μπουκάλια με γεμάτα. σφηνάκια μας έβαζες. και όταν είχες δουλειά έμπαινα και έβαζα εγώ. κυριακές προς ξημερώματα χαμογελούσες. μελαγχολικά. γλυκά. όταν μετρούσες. στο ποτηράκι. μερικές κονσέρβες. περισσότερες.
ήρθες να με βρεις. είχες σχολάσει. με φίλησες σταυρωτά. με κοίταξες. ευχαριστώ για όλα μίλησες. θα τα πούμε αύριο σου χαμογέλασα. καλό βράδυ. με κοίταξες. και χαμογέλασες. περισσότερο γλυκά. περισσότερο μελαγχολικά. περισσότερο φωτεινά. και με αγκάλιασες. ανέβηκα πάνω. να συμμαζέψω το μπαρ. έκλεινε νωρίτερα από τα κάτω. ένα χιλιάρικο είχες ξεχάσει. στο ποτηράκι. χαμογέλασα. το έβαλα στην τσέπη. να στο δώσω το βράδυ. το επόμενο.
πάνω ανέβηκα. να σου πω ότι το ξέχασες. με συστήσανε. σε βλέμμα άλλο. βγήκα στο περίπτερο. για τσιγάρα. ακριβώς έδωσα. χωρίς ρέστα. κάθισα στο παγκάκι. να κάνω ένα τσιγάρο. χαμογέλασα. όταν κατάλαβα ότι δεν είχες ξεχάσει το χιλιάρικο. στο ποτηράκι.

2009/01/11

Γεια μας

μία κονσέρβα ήθελα να ανέβαζα. επόμενη φορά. ήχος το κάτι από σένα. μουσικές που αγαπάς. κομμάτια σου. μου αρέσουν. και ξέρεις τι μου αρέσει περισσότερο; οι αλλαγές. χαμογελώ. το ένα μέσα στο άλλο. μία συνέχεια. το όλο. όπως στα δικά μου. γύρισες άσπρη. μα άσπρη. για το υπονοούμενο της ώθησης. συν την ενίσχυση του χτύπου. που να δείχνει απρόβλεπτη μετωπική πρόσκρουση. ζντουμπέγκω. με γάμα. χωρίς γάμα. με χρησμούς. χωρίς χρησμούς. με καλημέρες. με καλησπέρες. με καληνύχτες. με κουκουντάκου. στο γκρουπ. και στην σωτηρία. παλέψτε το. αξίζει. ό, τι σε άγγιξε. παλέψτε το. στο θα 'πρεπε. που δεν ακούστηκε. από τον τάσο. τον μπουζουκτζή. καλύτερα. είναι σκληρό. αυτό το θα 'πρεπε. γιατί δεν υπάρχει (;) θα. και έπρεπε. γεια μας βρε λιάκο. στα βλέμματα. τα οικεία. στο τράβηγμα του αυτιού. στα μισά. και στα ολόκληρα. στα παραπατήματα. στις αγκαλιές. στο βλέμμα και στο χαμόγελο που θα μπορούσα να βυθιστώ (;). στην απόσταση. απόσταση ζωής. και χαμογέλασα. μου μοιάζεις τόσο οικείος. σαν να με βλέπω. είκοσι χρόνια πριν. απόσταση. τράβηξε μου το αυτί. στο ταξί. σε αυτά που θυμάμαι. και σε αυτά που δεν. ξύπνησα. με τα ρούχα. τα παπούτσια. στην οθόνη. εδώ. με έσυρε ο μόμπυ. βόλτα. α βρε μόμπυ. άσε με να κοιμηθώ λίγο. λίγο περισσότερο. πολύ κρύο σήμερα. ύπνο τώρα. πάμε ύπνο. κουράστηκα. ανάθεμά με

2009/01/08

Νους

μου ήταν εύκολο
να απομαγνητίσω την αίσθηση
που μου προκαλούσε το άγγιγμα σου
μα δεν θα μου έμοιαζε λογικό
όπως μου ήταν εύκολο
να μαγνητίσω ένα άγγιγμα
που δεν μου προκαλούσε την αίσθηση
μα δεν θα είχε νόημα
δεν θα μπορούσα για πολύ να κρυφτώ
από μένα

2009/01/03

Κόκκος

δέκα εννιά οχτώ εφτά έξι πέντε τέσσερα τρία δύο ένα. άντε! η κουρτίνα μέτρησε γρηγορότερα από το μικρόφωνο. μα όλοι σηκώθηκαν με την ευχή του μικροφώνου. κοίταξα το ρολόι μου. και πέντε έδειχνε. θυμήθηκα ότι το βάζω πέντε λεπτά μπροστά. καρέκλες προς τα πίσω. όρθιοι όλοι. με ένα χειροκρότημα. με έναν αναστεναγμό. χαμόγελα. αισιόδοξα. φωτεινά. σκοτεινιασμένα. μελαγχολικά. χαμογελαστά. μα χαμόγελα. φιλιά. ματς. μουτς. αγκαλιά. και είναι εκείνο το δευτερόλεπτο που κοιτάς ποιοι είναι γύρω σου. και σε ποιον να δώσεις το πρώτο φιλί. την πρώτη αγκαλιά. το πρώτο χαμόγελο. άντε! μπήκε. η πρώτη γουλιά. το πρώτο άναμμα. ο πρώτος καπνός. το πρώτο τσούγκρισμα. από την αντίστροφη στην χωρίς αντί. μα μέτρηση. το πρώτο κουδούνισμα. το πρώτο μήνυμα. χαμογέλασα. και να δω επιτέλους το χαμόγελό σου να φαίνεται και στο βλέμμα σου. περίμενα το θα 'πρεπε. να με αφουγκραστώ. και ακούστηκε. και χαμογέλασα. και το τραγούδησα. σιωπηλά. και σκέφτηκα αν θα 'πρεπε να 'πρεπε. χαμογέλασα. γουλιά. καπνός. και σαν να είχαν βυθιστεί χρώματα αστεριών. στην γουλιά. την έφερα στο βλέμμα κοντά. την παρατήρησα. φεγγοβολούσε. κοίταξα αριστερά δεξιά. μήπως είχε έρθει καμία νεράιδα. χαμογέλασα. μεγάλωσα για παραμύθια. και ένα τελευταίο έμεινε μισό. σήκωσα το χέρι στο στόμα. για τον καπνό. ασημόσκονη στα δάχτυλα. στον καπνό. στο τραπέζι. στο ποτήρι. στο πακέτο. ανασήκωσα το βλέμμα. σαν μια νεράιδα να αιωρούνταν. και σκορπούσε σκόνη. ασημένια. χρυσαφένια. σαν να χάραζε μονοπάτια στον αέρα. φώτισε το κινητό. και καινούργια μονοπάτια που ζητούν ταξιδευτές. χαμογέλασα. μήνυμα από μία νεράιδα. και μία άλλη σκόρπιζε αστερόσκονη. σαν παραμύθι. μεγάλωσα; χαμογέλασα. άρχισα να πληκτρολογώ. το παραμύθι μου. μόνο που δεν προλάβαιναν τα δάχτυλα. τόσες εικόνες. γύρω μου. μέσα μου. τόσοι ήχοι. τόσες γουλιές. πληκτρολόγησα το νούμερο. να ακούσει λίγο από το παραμύθι. μία νεράιδα. της χαμογέλασα. της άφησα και ένα ποτήρι. με λίγο από το φεγγάρι που έπινα.
άνοιξα τα μάτια. πρώτη μέρα νέου χρόνου. αντίκρισα αστέρια. στο μπλε του ταβανιού. πάντα νοιώθω περίεργα την μέρα αυτή. μία απροσδιόριστη μελαγχολία. μελαγχολική αισιοδοξία. περισσότερη από τις άλλες μέρες. για αυτά που αφήνονται πίσω. για αυτά που βρίσκονται μπροστά. τρία αστέρια στο ταβάνι δεν έχουν λάμψη. και είναι και δίπλα στο φως. τα άφησα. το παρατήρησα μετά που τα κόλλησα. τα άφησα. για αυτά που σβήνονται. ενώ έχεις ζήσει την λάμψη τους. άνοιξα οθόνη. να ευχηθούμε. να αγκαλιαστούμε. να φιληθούμε. έχει μπει ο καθένας στην ζωή του άλλου. ο καθένας με τον τρόπο του. και στον βαθμό που αφήνεται. με μη αλήθειες. με αλήθειες. και είναι όμορφο. απροσδιόριστα όμορφο. ακόμα ομορφότερο όταν αντικρίζεις τα βλέμματα. το σκέφτηκα και χθες κάποια στιγμή. ανάμεσα στα τόσα βλέμματα. τα γραπτά λόγια μπορεί να μένουν. είτε είναι αληθινά. είτε μυθοπλαστικά. μα μπορεί να ξεχαστούν. ένα βλέμμα δεν ξεχνιέται. είτε σε αγγίξει. είτε περισσότερο. είτε λιγότερο. γιατί είναι αληθινό. και το έχεις δει. όπως και ο κόκκος της ασημόσκονης. στο πληκτρολόγιο μου πάνω. τον βλέπω τώρα.